Τα πρώτα αυτοκίνητα έγιναν διαθέσιμα στο κοινό το 1901. Από τότε και μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν υπήρχε καμία μορφή υποχρεωτικής ασφάλισης οχημάτων. Ήταν δηλαδή, σχεδόν αδύνατο τα για τα θύματα να λάβουν κάποια αποζημίωση για τον τραυματισμό ή την καταστροφή της περιουσίας τους και οι οδηγοί έπρεπε να καλύψουν από μόνοι τους τις ζημιές του οχήματός τους.
Η Υποχρεωτική Ασφάλιση παρουσιάζεται το 1930 στο Ηνωμένο Βασίλειο και εννέα χρόνια αργότερα δημιουργείται παρόμοια νομοθεσία και στη Γερμανία. Στη χώρα μας, η Υποχρεωτική Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων εισάγεται το 1957, παρόλο που το πρώτο αυτοκίνητο ήρθε και «ταρακούνησε» την τότε κυπριακή πραγματικότητα, το 1906.
Με την απουσία τέτοιας νομοθεσίας και με την πλέον αποπνικτική συρροή στους δρόμους, τα έξοδα και οι φόβοι για πιθανό ατύχημα θα έφταναν σε εξωφρενικά επίπεδα. Με λίγα λόγια, η Υποχρεωτική Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων αφορά την κάλυψη των ζημιών που έχουν υπέστη τρίτα άτομα, εξαιτίας του οδηγού που προκάλεσε ατύχημα.
Πολλοί μπερδεύουν τις καλύψεις της βασικής κάλυψης «Έναντι Τρίτου», με τις επιπρόσθετες καλύψεις της «Περιεκτικής Ασφάλισης οχημάτων». Οι πιο κάτω εξαιρέσεις μας βοηθούν να έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για τη σημασία της ασφάλισης που ορίζεται από το νόμο και να αποφασίσουμε εάν θα θέλαμε ένα σχέδιο με περισσότερες παροχές.
Η Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων Έναντι Τρίτου δεν αποζημιώνει:
- Τον οδηγό του οχήματος που προκάλεσε τη ζημιά (είτε είναι ιδιοκτήτης είτε όχι)
- Τις ζημιές στο όχημα που προκάλεσε το ατύχημα
- Τον ιδιοκτήτη του οχήματος
- Ζημιές στην περιουσία του οδηγού ή του ιδιοκτήτη του οχήματος που προκάλεσε το ατύχημα
Η νομοθεσία λοιπόν, βασίζεται στο παλιό εγγλέζικο ρητό που λέει «Every other driver is a fool», που σημαίνει ότι ακόμα και αν κάποιος είναι απόλυτα προσεκτικός καθώς οδηγεί, ίσως να μην είναι σε θέση να αποφύγει ένα ατύχημα που θα προκαλέσει οποιασδήποτε άλλος οδηγός.